Διατροφικές παρεμβάσεις για τη θεραπεία της παχυσαρκίας

Διατροφικές παρεμβάσεις που στοχεύουν στη μείωση της ενέργειας ή και κάποιων μακροθρεπτικών συστατικών (π.χ. δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες ή λίπος, χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη/φορτίου, υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες), καθώς και άλλες που στοχεύουν σε αλλαγές βασισμένες σε συγκεκριμένα διατροφικά πρότυπα (π.χ. μεσογειακού τύπου δίαιτα, χορτοφαγίας, δίαιτα DASH) θεωρούνται αποτελεσματικές προσεγγίσεις για τη θεραπεία της παχυσαρκίας. Αυτές οι διατροφικές παρεμβάσεις άλλοτε θέτουν έναν ξεκάθαρο στόχο για την ημερήσια ενεργειακή πρόσληψη και άλλοτε εφαρμόζουν μια κατά βούληση προσέγγιση χωρίς συγκεκριμένο στόχο για την ενέργεια.

Γράφει η
Μερόπη Κοντογιάννη
Επίκ. Καθηγήτρια, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο

Ο ενεργειακός περιορισμός, όταν επιδιώκεται, πρέπει να εξατομικεύεται και να λαμβάνει υπόψη τις διατροφικές συνήθειες, τη σωματική δραστηριότητα, τυχόν συννοσηρότητες και προηγούμενες προσπάθειες απώλειας βάρους.

Οι συνήθεις τακτικές που επιδιώκουν ενεργειακό περιορισμό περιλαμβάνουν:
• Χορήγηση 1.200-1.500 kcal/ημέρα στις γυναίκες και 1.500-1.800 kcal/ημέρα στους άνδρες (το επίπεδο των θερμίδων συνήθως εξαρτάται από το σωματικό βάρος του ατόμου και το επίπεδο της σωματική δραστηριότητας) για την επίτευξη αρνητικού ισοζυγίου ενέργειας.
• Εκτίμηση των ενεργειακών απαιτήσεων διατήρησης του παρόντος σωματικού βάρους και επιδίωξη ενός ενεργειακού ελλείμματος της τάξης των 500 – 750 kcal/ημέρα ή μείωση των θερμίδων κατά 30%.
• Αν και οι δίαιτες που παρέχουν <1.200 kcal/ημέρα μπορεί να είναι ανεπαρκείς σε διάφορα μικροθρεπτικά συστατικά, χαμηλές σε θερμίδες δίαιτες (800-1.200 kcal/ημέρα) και πολύ χαμηλές σε θερμίδες δίαιτες (<800 kcal/ημέρα) μπορεί να χορηγηθούν για σύντομο χρονικό διάστημα και υπό ιατρική και διαιτολογική παρακολούθηση όταν η άμεση απώλεια βάρους είναι επιτακτική ανάγκη.

Οι κατά βούληση προσεγγίσεις επιτυγχάνουν μείωση στην ενεργειακή πρόσληψη, συνήθως μέσω περιορισμού ή πλήρους αποφυγής συγκεκριμένων τροφίμων ή ομάδων τροφίμων, είτε μέσω συνταγογράφησης συγκεκριμένων τροφικών επιλογών (π.χ. υποκατάστατα γεύματος).

Όλες οι παραπάνω προσεγγίσεις συνήθως επιτυγχάνουν απώλεια  βάρους της τάξης των 4-12 κιλών σε έξι μήνες, η οποία μειώνεται στο χρόνο στα 4-10 κιλά και στα δύο χρόνια στα 3-4 κιλά. Αν και ως προς την απώλεια βάρους οι προσεγγίσεις αυτές έχουν συγκρίσιμα αποτελέσματα, μπορεί να διαφέρουν ως προς την επίδρασή τους σε καρδιομεταβολικές εκβάσεις ή ως προς την ποιότητα της δίαιτας, παράμετροι που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιλογή του είδους της διατροφικής παρέμβασης που θα εφαρμοστεί κατά περίπτωση, παράλληλα με τις επιθυμίες, προτιμήσεις και το πολιτιστικό υπόβαθρο του ατόμου.