Αθλητικές κακώσεις: Πώς αντιμετωπίζονται οι πιο συνήθεις περιπτώσεις
Όσοι ασχολούνται συστηματικά με τον αθλητισμό πολύ συχνά υφίστανται κακώσεις, οι οποίες, αν δεν αντιμετωπιστούν σωστά, είναι δυνατόν να επηρεάσουν τη σωματική τους δραστηριότητα. Ποιες είναι οι πιο συνηθισμένες αθλητικές κακώσεις, λοιπόν, και τι πρέπει να γνωρίζουν όσοι αθλούνται;
Γράφει ο
Δρ Χάρης Χριστόπουλος
Διευθυντής Α΄ Ορθοπαιδικής Κλινικής ΥΓΕΙΑ, Συνεργάτης ΜΗΤΕΡΑ
Τα τελευταία χρόνια, αθλητική κάκωση αποκαλείται κάθε τραυματισμός που υφίσταται ένας αθλητής σε όποια αθλητική δραστηριότητα και έχει ως αποτέλεσμα την απουσία του τόσο από την προπόνηση όσο και από τον αγώνα. Οι μελέτες που υπάρχουν μας δίνουν μια εικόνα του κινδύνου τραυματισμού κάθε αθλητή ξεχωριστά και παρέχουν πολύτιμες συμπληρωματικές πληροφορίες για προληπτικά μέτρα. Από τα αποτελέσματα των στατιστικών στοιχείων έχουμε την πληροφορία ότι ο αριθμός των τραυματισμών αυξάνεται όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο της αθλητικής δραστηριότητας. Οι πιο συνηθισμένοι από αυτούς τους τραυματισμούς εξετάζονται στη συνέχεια.
Μυϊκοί τραυματισμοί
Το 30% του συνόλου των τραυματισμών είναι μυϊκοί και είναι πιο συχνοί στο ποδόσφαιρο και στην καλαθοσφαίριση. Σε αυτήν την περίπτωση ένας μυς παθαίνει ρήξη λόγω υπερδιάτασης. Ο πιο συνήθης τραυματισμός είναι στον οπίσθιο μηριαίο μυ και συμβαίνει κατά τη διάρκεια ενός «σπριντ». Ο αθλητής αισθάνεται πόνο καθώς οι μυϊκές ίνες διαχωρίζονται. Στην περίπτωση αυτή γίνεται άμεση διακοπή των αθλητικών δραστηριοτήτων διότι αλλιώς η αποθεραπεία θα διαρκέσει περισσότερο χρόνο.
Μελέτες έδειξαν πως, όσο περισσότερη ενέργεια είναι ικανός να απορροφήσει ένας μυς, στην περίπτωση που ο αθλητής είναι σε φόρμα, τόσο μεγαλύτερη είναι η ικανότητά του να αντέχει σε τραυματισμούς.
Οι ρήξεις είναι πιο κοινές στους μυς που περνάνε πάνω από δύο αρθρώσεις, όπως ο δικέφαλος μηριαίος, ο ορθός μηριαίος και ο γαστροκνήμιος μυς, ο οποίος είναι μέρος των μυών της γάμπας. Η θεραπεία αποτελείται από τη σύντομη ανάπαυση, την περίδεση, την κρυοθεραπεία και την ανάρροπη θέση της τραυματισμένης περιοχής.
Η άμεση κινητοποίηση μετά από ένα μυϊκό τραυματισμό είναι απαραίτητη για να επιτραπεί στο νέο ιστό να δυναμώσει και να προληφθεί η περαιτέρω βλάβη του. Η διάρκεια της περίδεσης εξαρτάται από το βαθμό του τραυματισμού (που καθορίζεται με υπέρηχο ή μαγνητική τομογραφία). Αντιφλεγμονώδης αγωγή δίνεται για όσο χρονικό διάστημα χρειάζεται και τελευταίως γίνονται επιτυχώς εγχύσεις πλάσματος του ιδίου ασθενούς με τη μέθοδο PRP (ενεργοποίηση αυξητικού παράγοντα), που προάγει την επούλωση της ρήξης.
Τραυματισμοί κεφαλής – προσώπου
Οι τραυματισμοί στο κεφάλι και στο πρόσωπο αποτελούν πρόβλημα σε πολλά αθλήματα. Ο πιο κοινός τραυματισμός του κεφαλιού στον αθλητισμό είναι η διάσειση. Ο όρος διάσειση δεν είναι πολύ ακριβής αφού δίνει την εντύπωση ότι ο τραυματισμός είναι ακίνδυνος και ότι είναι μόνο ένα «τράνταγμα» του εγκεφάλου. Δεν είναι, όμως, έτσι. Κάθε διάσειση προκαλεί βλάβη σε ένα μέρος των ιστών του εγκεφάλου, η οποία είναι σοβαρή από τη στιγμή που ο τραυματισμένος εγκεφαλικός ιστός δεν επουλώνεται με τον τρόπο που επουλώνεται ο μυϊκός ιστός.
Ένα σύνηθες χαρακτηριστικό ενός αθλητή με διάσειση είναι η σύγχυση και η απώλεια μνήμης. Η διάσειση ταξινομείται σε 3 βαθμίδες. Η πιο συνηθισμένη είναι πρώτης και δεύτερης βαθμίδας (Ι-ΙΙ), όπου ο αθλητής δεν έχει απώλεια συνείδησης και εμφανίζεται με πλήρη εγκεφαλική διαύγεια, αλλά με κενό βλέμμα ή δυσκολία στο να εκφραστεί καθαρά, μειωμένη λειτουργία μνήμης, ζάλη, κεφαλαλγία και ναυτία. Είναι διάσειση ελαφριάς μορφής με προσωρινή διαταραχή, γνωστή και ως «κουδούνισμα», και πρέπει ο αθλητής να προσεχθεί και να παρατηρούνται οι αντιδράσεις του προσεκτικά.
Η διάγνωση γίνεται επιτόπου με την κλινική εικόνα αμέσως μετά τον τραυματισμό και όχι μετά την ενδεχόμενη μεταφορά του στο νοσοκομείο και ύστερα από διάφορες απεικονιστικές εξετάσεις όπως ακτινολογικός έλεγχος ή μαγνητική τομογραφία. Αυτά γίνονται για να επιβεβαιώσουμε ή να ελαχιστοποιήσουμε τις επιπλοκές σε σχέση με τον τραυματισμό.