Αξονική Τομογραφία της Καρδιάς και των Αγγείων

Αξονική Τομογραφία της Καρδιάς και των Αγγείων (Cardiovascular Computed Tomography [CCT]), συμπεριλαμβανόμενων της αξονικής στεφανιογραφίας και της βαθμολόγησης του ασβεστίου των στεφανιαίων αρτηριών (calcium scoring)

Η CCT είναι μια ανώδυνη διαγνωστική μέθοδος κατά την οποία ένας ιωδιούχος παράγοντας αντίθεσης (χρωστική) χορηγείται από μια φλέβα του χεριού. Καθώς αυτή αναμιγνύεται με το αίμα και κυκλοφορεί στο σώμα, περνάει και μέσα από τις καρδιακές κοιλότητες και τα αγγεία, συμπεριλαμβανόμενων των μεγάλων αγγείων (π.χ., αορτή, πνευμονική αρτηρία, πνευμονικές φλέβες), των στεφανιαίων αρτηριών και των μικρών και πολύ μικρών στεφανιαίων αγγείων (στεφανιαία μικροκυκλοφορία) του μυός της καρδιάς (μυοκάρδιο). Κατά το πέρασμα της χρωστικής μέσα από τις παραπάνω δομές, λαμβάνονται φωτογραφίες (ακτινογραφίες, τομογραφήματα) για λίγους καρδιακούς παλμούς είτε επαναλαμβανόμενες στατικές είτε ταχέως επαναλαμβανόμενες όπως η κινηματογράφηση (σινεαγγειογραφία). Η CCT χρησιμοποιεί ακτίνες Χ για την απεικόνιση (ακτινογράφηση) της καρδιάς, των αγγείων ή των στεφανιαίων αρτηριών. Στη συνέχεια, ένας υπολογιστής εμφανίζει τις πληροφορίες είτε ως μια σειρά επίπεδων ακτινογραφικών τομών είτε με τη μορφή της ανασύνθεσης σε τρισδιάστατη απεικόνιση είτε με τη μορφή κινηματογραφικής ταινίας (video), για να διευκρινιστεί αν έχετε στεφανιαία νόσο ή άλλες ανωμαλίες της καρδιάς ή του αγγειακού συστήματός σας. Η μέθοδος μπορεί να δώσει επίπεδες στατικές εικόνες, τρισδιάστατες απεικονίσεις ή καταπληκτικά βίντεο της λειτουργίας της καρδιάς και των βαλβίδων.

Πέρα από την αξονική αγγειογραφία, η τεχνική παρέχει πλέον τη δυνατότητα και για λεπτομερή αξιολόγηση του αρτηριακού τοιχώματος, της συστολικής λειτουργίας της αριστερής και της δεξιάς κοιλίας και της μορφολογίας των καρδιακών βαλβίδων. Επιτρέπει επίσης τη διερεύνηση των χαρακτηριστικών του μυοκαρδιακού ιστού (της υφής) και τη μελέτη της λειτουργίας της στεφανιαίας κυκλοφορίας με την τεχνική απεικόνισης της αιμάτωσης. Αυτές οι δυνατότητες σε συνδυασμό παρέχουν μια ολοκληρωμένη εκτίμηση της δομής και της λειτουργίας της καρδιάς σε κατάλληλα επιλεγμένους ασθενείς.

Νέες μέθοδοι της CCT που συνδυάζουν την αξονική στεφανιογραφία είτε με την απεικόνιση της αιμάτωσης κατά τη φόρτιση με αγγειοδιασταλτικό φάρμακο είτε με τις μετρήσεις της υπολογιστικής κλασματικής εφεδρείας ροής (fractional flow reserve [FFR]) μπορούν να προσφέρουν μια συνδυασμένη ανατομική και λειτουργική αξιολόγηση.

Είναι δυνατόν, όμως, κάποιος ασθενής να είναι αλλεργικός στον ιωδιούχο παράγοντα αντίθεσης που χρησιμοποιείται στην CCT. Ωστόσο, ακόμα και σε μια τέτοια περίπτωση, πάλι είναι δυνατόν να χορηγηθεί ιωδιούχος χρωστική για τις ανάγκες της απεικόνισης, αφού πρώτα γίνει κατάλληλη φαρμακευτική προετοιμασία, μια απλή διαδικασία που λέγεται απευαισθητοποίηση.
Μεταξύ των πιο πολύ χρησιμοποιούμενων κλινικών εφαρμογών της CCT περιλαμβάνονται: η σάρωση του ασβεστίου των στεφανιαίων αρτηριών, η αξονική στεφανιογραφία, η εκτίμηση της μορφολογίας και της λειτουργίας των καρδιακών κοιλιών και βαλβίδων, οι μελέτες των οξέων στεφανιαίων συνδρόμων και της πνευμονικής εμβολής, η εκτίμηση της λειτουργίας και της ροής του αίματος των στεφανιαίων αρτηριών και η αξιολόγηση της μυοκαρδιακής ουλής.

Οι κλινικές ενδείξεις για την CCT καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα πιθανών στόχων ανατομικής απεικόνισης και κλινικών σεναρίων.

Αυτές μπορούν να χωριστούν γενικώς στις ακόλουθες κατηγορίες:

  • Ανίχνευση στεφανιαίας νόσου σε συμπτωματικούς ασθενείς χωρίς προηγούμενο καρδιολογικό ιστορικό.
  • Εκτίμηση της πιθανότητας για στεφανιαία νόσο σε ασυμπτωματικούς ασθενείς.
  • Ανίχνευση στεφανιαίας νόσου σε άλλες καρδιοπάθειες.
  • Χρήση της αξονικής αγγειογραφίας μετά από αποτελέσματα άλλων εξετάσεων.
  • Αξιολόγηση μετά από επαναγγείωση.
  • Αξιολόγηση της λειτουργίας και των δομών της καρδιάς.
  • Αξιολόγηση ενδοκαρδιακών και εξωκαρδιακών δομών.

Η αξονική στεφανιογραφία είναι μια μη επεμβατική μέθοδος απεικόνισης των στεφανιαίων αρτηριών. Οι εφαρμογές της περιλαμβάνουν (α) την ανίχνευση στενώσεως εντός του stent, (β) την αξιολόγηση της βατότητας αορτοστεφανιαίων παρακαμπτήριων μοσχευμάτων και (γ) την ανίχνευση και διάγνωση της στεφανιαίας νόσου. Όσον αφορά την τρίτη ένδειξη, η αξονική στεφανιογραφία θεωρείται ως πιο κατάλληλη (α) σε εκείνους που η προβλεπόμενη πιθανότητα για ύπαρξη στεφανιαίας νόσου πριν γίνει η εξέταση είναι μικρή ή ενδιάμεση και (β) σε εκείνους που τα αποτελέσματα της εξέτασης αναμένεται να συμβάλουν αποτελεσματικά στην καλύτερη αντιμετώπισή τους. Αυτό το δεύτερο είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για ασθενείς του επείγοντος εξωτερικού ιατρείου με ύποπτο πόνο στο στήθος και απουσία ηλεκτροκαρδιογραφικών ευρημάτων και επιπέδων στο αίμα βιοχημικών δεικτών μυοκαρδιακής βλάβης που να υποδηλώνουν την παρουσία ισχαιμίας ή εμφράγματος του μυοκαρδίου. Η αξονική στεφανιογραφία είναι επίσης πολύτιμη για τον προσδιορισμό ανώμαλης έκφυσης των στεφανιαίων αρτηριών σε συγγενείς καρδιοπάθειες.